f  t  in  l  y

Αυτοδιοικητικές Ψηφιακές Διαδρομές: Το e-περιοδικό του ΙΤΑ και της ΚΕΔΕ

Σημαντικό εργαλείο γνώσης για Δήμους-Περιφέρειες η ηλεκτρονική “βιβλιοθήκη” του Επιστημονικού Συμβουλίου του ΙΤΑ.

Του ΜΙΧΑΛΗ Α. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ*

Επειδή ουδέν κακόν αμιγές καλού, μέσα από τα πολλά δεινά που επέφερε -και – στη χώρα μας η μακρά περίοδος της πανδημίας, αναδείχθηκε και κάτι πολύ θετικό ως αναγκαιότητα και ορθή κατεύθυνση για το αύριο. Αυτό ήταν -και είναι – η ανάγκη του ψηφιακού μετασχηματισμού της χώρας, σε κάθε επίπεδο. Πρόκειται για μια αλλαγή που, αυτονόητα, δε μπορεί, φυσικά, να συντελεστεί χωρίς την παραμικρή ατέλεια ή αδυναμία μέσα σε λίγους μόλις μήνες. Η ως τώρα πρόοδος, ωστόσο, είναι πολύ μεγάλη και εξαιρετικά ουσιαστικής σημασίας.

Το νέο “ψηφιακό” πρόσωπο του δημοσίου, όπως διαμορφώνεται από αυτή την αναδυόμενη πραγματικότητα, είναι πιο φιλικό και χρήσιμο για τον πολίτη. Και γι’ αυτό το λόγο, είναι μεγάλης σπουδαιότητας εγχείρημα το να επεκταθεί όσο το δυνατόν πιο γρήγορα και στο μεγαλύτερο δυνατό βαθμό και στον πρώτο και δεύτερο βαθμό της Τοπικής Αυτοδιοίκησης.

Σ’ αυτό το πλαίσιο, το “ψηφιακό” περιοδικό του Ινστιτούτου Τοπικής Αυτοδιοίκησης – που αποτελεί και μια στρατηγική επιλογή της ΚΕΔΕ (και του προέδρου της -Δημάρχου Τρικκαίων- Δημήτρη Παπαστεργίου) - έρχεται να πάρει σημαίνουσα θέση στο λαμπρό έργο που έχουν προσφέρει ως τώρα οι 30 επιστήμονες / καθηγητές - μέλη του. Ως πρόεδρος του Ε.Σ., οφείλω να συγχαρώ όλους όσοι συνεισέφεραν με ξεχωριστό επαγγελματισμό, αίσθηση καθήκοντος και γνήσια αγάπη για το γνωστικό τους αντικείμενο, έτσι ώστε να είναι σήμερα ήδη πραγματικότητα η σχετική μου εισήγηση, την οποία έκανε δεκτή ο πρόεδρος του ΙΤΑ και Δήμαρχος Παπάγου-Χολαργού Ηλίας Αποστολόπουλος, το Σεπτέμβριο του 2021. Τότε, παράλληλα με την χαρτογράφηση των αναγκών της Αυτοδιοίκησης και την εκπόνηση των μελετών, ελήφθη η απόφαση  ώστε τα άρθρα, τα δοκίμια και οι μικρές μελέτες (εργασίες) των μελών/καθηγητών να εξελιχθούν σε ένα e-περιοδικό στο οποίο, ανά τακτά χρονικά διαστήματα, θα αναρτάται υλικό που θα αποτελεί -ήδη αποτελεί - μια εύχρηστη πηγή χρήσιμων πληροφοριών και έγκυρων ενημερώσεων για όλους τους αυτοδιοικητικούς -και όχι μόνο.

Το ψηφιακό περιοδικό του ΕΣ του ΙΤΑ έχει πλέον να επιδείξει ένα πλούσιο περιεχόμενο σε τομείς που έχουν να κάνουν με το σήμερα και, κυρίως, με το αύριο της Τοπικής Αυτοδιοίκησης. Είναι, άλλωστε, κοινή παραδοχή ακόμη και στο υψηλότερο ευρωπαϊκό επίπεδο πλέον, ότι οι ΟΤΑ έχουν ένα κρίσιμο ρόλο, που κάθε μέρα  γίνεται ολοένα και πιο κομβικός. Και δεν αφορά μόνον την εδραίωση της δημοκρατίας στο επίπεδο του βασικού “κυττάρου” της, δηλαδή του πολίτη, ούτε μόνον στη βελτίωση της καθημερινότητάς του, αλλά και στην υλοποίηση και εμπέδωση ακόμη και των πιο οραματικών στοχεύσεων και “μεγάλων πολιτικών” - όπως η βιώσιμη ανάπτυξη, η προστασία του περιβάλλοντος, η αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής, η ενεργειακή ασφάλεια, η υγιής επιχειρηματικότητα, τα αποτελεσματικά συστήματα υγείας, η αποφυγή των αποκλεισμών, η αυξημένη λογοδοσία, η κοινωνική συνοχή...

Η εύκολη και άμεση πρόσβαση στην έγκυρη και εμπεριστατωμένη επιστημονική άποψη πάνω σε τέτοια ζητήματα -και πολλά άλλα ακόμη – που προσφέρουν, μέσω του ψηφιακού περιοδικού οι εξέχοντες ειδικοί του Ε.Σ. του ΙΤΑ, αποτελεί, έτσι, ένα ευέλικτο και ουσιαστικής χρησιμότητας εργαλείο για κάθε στέλεχος της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, αλλά και κάθε πολίτη που ενδιαφέρεται για τα κοινά. Είναι μια προσπάθεια που θα συνεχίσει να εμπλουτίζεται με αυξανόμενο ρυθμό.

Ενδεικτικά, στο e-περιοδικό του Ε.Σ. του ΙΤΑ, έχουν ήδη αναρτηθεί άρθρα, δοκίμια και μελέτες όπως:

-Προς μια αστική ηχητική βιωσιμότητα, του Ι. Ματσίνου [Καθηγητής Τμήματος Περιβάλλοντος Πανεπιστημίου Αιγαίου/Α΄Πρόεδρος ΔΟΑΤΑΠ.] και του A. Τσαλιγόπουλου

-Η προσβασιμότητα ως προϋπόθεση αξιοπρεπούς βιοτής, της Αλκήστιδος Π. Ρόδη Αν. [Καθηγήτρια Αστικού και Πολεοδομικού Σχεδιασμού]

-Ψηφιακή Πλατφόρμα Αξιοποίησης της Ακίνητης Περιουσίας των Δήμων: Μια Καινοτόμα Προσέγγιση, του Αγγ. Καραγιάννη [Οικονομολόγος] και του Αθ. Τσαδήρα [Αναπληρωτής Καθηγητής Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης]

-Η ταυτότητα του τόπου ως εργαλείο στρατηγικής στους Δήμους, του Κλ. Συρακούλη [Αν. Καθηγητής Παν. Θεσσαλίας]

-Ψηφιακή Διακυβέρνηση : Ένας καταλύτης για τον μετασχηματισμό της Τοπικής Αυτοδιοίκησης και τη βελτίωση της ποιότητας ζωής των πολιτών, του Γ. Χαραλαμπίδη [Καθηγητής Ψηφιακής Διακυβέρνησης, Παν. Αιγαίου]

-Τεχνητή Νοημοσύνη και Λύσεις Οδηγούμενες από τα Δεδομένα για την δημιουργία Έξυπνων Πόλεων, του Aθ. Τσαδήρα [Αναπληρωτής Καθηγητής Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης]

-Οι Ο.Τ.Α. ως δρώντες στον τομέα της ενέργειας, του Ι. Μακρή [Διδάκτωρ Νομικής Σχολής Α.Π.Θ.]

-Ο Ρόλος της Άσκησης στην Προαγωγή Υγείας των Δημοτών, του Ν. Κουτλιάνου [MD, BSc, PhD, Αν. Καθηγητής Τ.Ε.Φ.Α.Α. Α.Π.Θ.]

-Η διαχείριση των πόρων (διαθέσιμων & aπροθεματικών) και της περιουσίας της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, του Αγγ. Καραγιάννη [Οικονομολόγος]

-Ανάπτυξη και Τοπική Αυτοδιοίκηση: Βασικές παραδοχές για το στρατηγικό σχεδιασμό και την υλοποίηση παρεμβάσεων των Ο.Τ.Α. με στόχο την ανάπτυξη, του Κ. Πολίτη [π. Καθηγητής Παν. Δυτικής Αττικής]

-Ανάπτυξη. Ο οδικός χάρτης για να μετατραπεί από ζητούμενο σε πραγματικότητα για την Αυτοδιοίκηση, του Λ. Υπερήφανου [Επίτιμος Πρόεδρος ΠΕΔ Στερεάς Ελλάδας]

-Η επιτυχημένη διαχείριση της κρίσης, μοχλός στην ανάπτυξη. Νέα εποχή, νέες προκλήσεις για ανάπτυξη στην Τοπική Αυτοδιοίκηση, του Ε. Λέκκα [Καθηγητής Δυναμικής Τεκτονικής, Εφαρμοσμένης Γεωλογίας & Διαχείρισης Φυσικών Καταστροφών]

-Βιώσιμη αστική ανάπτυξη: ο ρόλος κλειδί της τοπικής αυτοδιοίκησης, του Δ. Γεωργακέλλου [Καθηγητής Τμήματος Οργάνωσης και Διοίκησης Επιχειρήσεων Πανεπιστημίου Πειραιώς] και της Α. Αλεξανδροπούλου [Υποψήφια διδάκτορας Τμήματος Οργάνωσης και Διοίκησης Επιχειρήσεων Πανεπιστημίου Πειραιώς]

-Φιλελεύθερη Δημοκρατία: Σήμερα – αύριο, του Μ. Αγγελόπουλου [Πρόεδρος του Ε.Σ. του ΙΤΑ και Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κίνησης Ελλάδας]

-Δημόσια αγαθά: Όχι μόνο μια δημοσιονομική αυτο-διόρθωση! του Μ. Αγγελόπουλου

-Η αναθεμελίωση της Πολεοδομίας ως προαπαιτούμενο ανάπτυξης ή η «αποσοβιετοποίηση» ως προτεραιότητα, του Στ. Τσέτση [Αρχιτέκτων (IUAV), Πολεοδόμος-Χωροτάκτης Μηχανικός (IUAV) και Διδάκτωρ του ΕΜΠ.]

-Ένα όραμα για την επόμενη Θεσσαλονίκη, του Σπ. Βούγια [Τοπογράφος Μηχανικός]

Τα άρθρα του e-περιοδικού του ΙΤΑ, ΨΗΦΙΑΚΕΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΤΙΚΕΣ ΔΙΑΔΡΟΜΕΣ  (LOCAL GOVERNMENT’S DIGITAL ITINERARIES)  «ανεβαίνουν» στον παρακάτω σύνδεσμο https://www.ita.org.gr/el/index.php/47-aftodioikitikes-psifiakes-diadromes-to-e-periodiko-tou-ita-kai-tis-kede

Η συνεισφορά όλων των αυτοδιοικητικών στο ψηφιακό περιοδικό μας – και όχι μόνο των μελών του ΙΤΑ και του Επιστημονικού Συμβουλίου- συμβάλει στην αναβάθμιση, στο κύρος και στη διαδικασία διεκδίκησης και επίτευξης των στόχων των Δήμων μας και της Αυτοδιοίκησης στην Ελλάδα. Είναι μια προσπάθεια που φέρνει κοντά σε κάθε στέλεχος των ΟΤΑ την επιστημονική προσέγγιση σε κρίσιμα ζητήματα του σήμερα και του αύριο. Και γι’ αυτό θα συνεχιστεί, ως ένα χρήσιμο εργαλείο όχι μόνον γνώσης, αλλά, ιδανικά και έμπνευσης για στέρεες και τεκμηριωμένες πρωτοβουλίες προς την κατεύθυνση μιας πιο αποτελεσματικής, βιώσιμης, διαφανούς και ανθρώπινης τοπικής διακυβέρνησης, με επίκεντρο τον πολίτη.


Μιχάλης Α. Αγγελόπουλος

Πρόεδρος του Ε.Σ. του Ι.Τ.Α.

Η πόλη πριν από την κρίση

Η Θεσσαλονίκη, με τη μεγάλη και συνεχή ιστορική της διαδρομή επί 23 αιώνες, υπήρξε πάντοτε μια πόλη ανοιχτή, πολυφυλετική, ανεκτική και κοσμοπολίτικη. Στις πρώτες δεκαετίες του 20ου αιώνα υποδέχθηκε και αφομοίωσε δημιουργικά εκατοντάδες χιλιάδες πρόσφυγες από τη Μικρά Ασία και τον Εύξεινο Πόντο, που της προσέδωσαν, παρά τα σοβαρά προβλήματα της προσαρμογής, μεγάλη  κοινωνική και οικονομική ώθηση και ισχύ.

Διαβάστε εδώ το πλήρες άρθρο (pdf)

Το λεγόμενο σύστημα αστικού σχεδιασμού της χώρας, στα τελευταία κυρίως χρόνια της κρίσης, κινήθηκε μεταξύ μιας παθητικής αδράνειας και ορίων κατάρρευσης. Η «κυλιόμενη» -πολιτικά- πρακτική των «τακτοποιήσεων» και των λεκτικών παραλλαγών τους, ως «χωροταξικής σταθεράς», ήδη από τις αρχές της δεκαετίας, δεν αφήνει αμφιβολίες. Πιστοποιείται και από το γεγονός ότι οι υφιστάμενες διαδικασίες του, αντιστρατεύονται περισσότερο, παρά διευκολύνουν κάθε εγχείρημα αναβάθμισης/ ρύθμισης του δημόσιου και οργανωμένου ιδιωτικού χώρου και γενικότερα της απόδοσης όρων βιωσιμότητας στο έδαφος της επικράτειας και ποιότητας διαβίωσης των κατοίκων της.

Το καταδεικνύουν επίσης, περισσότερο ή λιγότερο δραματικά, οι αδυναμίες στο να ανταπεξέλθουν οι πολεοδομικοί ιστοί -εμφανέστερα στις περιμετρικές ημιαστικές ιδίως περιοχές- σε ακραία φυσικά φαινόμενα. Καθώς και ο «περίπλους», συχνά δίχως Ιθάκη, ακόμη και εμβληματικών αναπτυξιακών/ επενδυτικών σχεδίων, όπου οι εξαιρετικά σχοινοτενείς χωροταξικού χαρακτήρα διαδικασίες, τα «καθηλώνου», λόγω υπαρκτών θεσμικών αδυναμιών, κενών ή ασαφειών και αναχρονισμών. αλλά και του γεγονότος ότι, ενίοτε χρησιμοποιούνται ακόμη και ως άλλοθι διοικητικών κωλυσιεργιών.

Σε μία χώρα, όπου κρίσιμο διακύβευμα παραμένει η προστασία και ανάδειξη ενός μοναδικού φυσικού και πολιτιστικού περιβάλλοντος, από τάσεις άλογης αστικοποίησης ή και άλλων διαβρωτικών πρακτικών, η συναρμογή του αστικού σχεδιασμού -με αναπτυξιακές στοχεύσεις με όρους αειφορίας- και η αναθεμελίωση του συστήματος σε υγιείς βάσεις, προβάλει επιβεβλημένη. ώστε η χωροταξία, από μέρος του προβλήματος, να καταστεί ζωτικό κομμάτι της λύσης, για αναδημιουργία.

Αλλά ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή.

Ποιό είναι το κρίσιμο ζητούμενο του αστικού σχεδιασμού, από το οποίο απορρέει ο κύριος ρόλος της πολεοδομίας;

Πολεοδομία: ανάγκη ανάκτησης του ρόλου της

Η πολεοδομία, ως επιτελικό προγραμματικό εργαλείο, αποσκοπεί στο σχεδιασμό της ιστορικής εξέλιξης του αστικού φαινομένου, στις βασικές του παραμέτρους (G. Astengo): ανάκτηση και εξυγίανση υφιστάμενων δομημένων ιστών, νέες οικιστικές επεκτάσεις, συναρμογή με το περιμετ

ρικό/ περιαστικό περιβάλλον, συνάθρωση με το πλέγμα των άλλων αστικών και ημιαστικών κέντρων της χώρας και ευρύτερα. Η χωροταξία, αφορά ιδίως στην ευρύτερη εδαφική της διάσταση, σε διαφοροποιημένη κλίμακα: υπερτοπική, περιφερειακή, επικράτειας, διεθνούς ή (και) τομεακή.

Τα κύρια αστικά κέντρα της χώρας και ορισμένοι οικισμοί μεταπολεμικά, ιδίως από την δεκαετία του ’60, εφοδιάστηκαν με θεσμικά σχεδιαστικά μέσα –τα οποία μερικώς μόνον κάλυψαν την «intramuros» επικράτεια- αναπτυσσόμενα, στις περιόδους οικοδομικού οργασμού, σε μεγάλο βαθμό, οργανικά.

Ειδικότερα ο περιαστικός και εξωαστικός της χώρος, από την μεταπολεμική πρακτική του «laisser -faire», πέρασε, από τις αρχές της προηγούμενης δεκαετίας, σ’ ένα νομικό πλαίσιο, με αυξανόμενο ρυθμιστικό χαρακτήρα.

Οι δεσμεύσεις της ΕΕ, διαρθρωτικού, περιβαλλοντικού και αναπτυξιακού κυρίως χαρακτήρα και η νομολογία του ΣτΕ –η τελευταία τουλάχιστον ως τα μέσα της τρέχουσας δεκαετίας- διαδραμάτισαν ένα καθοριστικό παράγοντα διαμόρφωσης ενός πλαισίου εθνικής χωροταξικής στρατηγικής, σε διαφοροποιημένα επίπεδα και νευραλγικούς τομείς.

Ωστόσο, παρόλη την αναντίρρητα πολυεπίπεδη προσπάθεια, κατέληξε ως ένα σύστημα, αντιπαραγωγικό, λαβυρινθώδες, ανελαστικό, ιδιαίτερα δυσκίνητο, με αντικρουόμενες και αμφίσημες ερμηνείες διατάξεων. εν πολλοίς ατελέσφορο, σε «σοβιετικού τύπου» υπόστρωμα συγκεντρωτισμού.

Το όλο θεσμικό οικοδόμημα –δίχως να παραγνωρίζονται τα θετικά του στοιχεία, στο να «θέσει χωρική τάξη» σε ένα γενικότερο «ανυπότακτο» κοινωνικοπολιτικό τοπίο, έδωσε έμφαση σε μία αφηρημένη έννοια προστασίας, με διάθεση «ζηλωτή». Και μ’ ένα σύνολο δεσμεύσεων, που αν όχι αφορίζουν, πάντως δεν υποστηρίζουν επαρκώς την αναπτυξιακή διάσταση. Και με χρόνιες δυσλειτουργίες, οι οποίες αφενός δεν αποτρέπουν και αφετέρου αφήνουν αθωράκιστο το χώρο, από ακραία φυσικά φαινόμενα.

Για να οδηγηθεί ως σύστημα, ουσιαστικά σ΄ ένα περιβάλλον οξύτατης δυσλειτουργίας, σε αδράνεια ή ακόμη στα όρια της κατάρρευσης, συμπαρασύροντας αφ’ ενός (και) κρίσιμες αναπτυξιακές πρωτοβουλίες ή αποτρέποντας άλλες.

Πλασματικά διλλήματα. μεταξύ ιδεοληψίας και αναχρονισμών.

Σ΄ αυτό συνέτεινε το θεωρητικό υπόστρωμα –βάση κάθε αρχετυπικής θεσμικής και επιχειρησιακής παρέμβασης- το οποίο εγκλωβίστηκε σε μία σειρά πλασματικών διλλημάτων, που δεν αφίστανται ιδεοληψιών, στην κορυφή των οποίων βρίσκονται:

  • · ανάκτηση/ εξυγίανση υπαρχόντων πολεοδομικών ιστών ή νέες οικιστικές επεκτάσεις- αντί των παράλληλων επεμβάσεων, στο μέτρο που αυτές απαιτούνται,
  • · ανάπτυξη ή περιβαλλοντική προστασία, ενώ η αειφορία αποτελεί καταστατική αρχή της ΕΕ, που βρίθει αξιόλογων παραδειγμάτων «ευτυχούς συνύπαρξης»,
  • · γενική κατάργηση, αδιάκριτα, της εκτός σχεδίου δόμησης, αντί της ρύθμισης του περιαστικού και εξωαστικού χώρου κατά περίπτωση (ad hoc), σύμφωνα με τα χωρικά σχέδια κάθε περιοχής, τα πλέον κατάλληλα, να αξιολογήσουν τα εγχώρια δεδομένα.

Παράλληλα, μία σειρά ανοιχτών ζητημάτων, παραλείψεων και vacuum, περιέπλεξαν ένα ήδη «Σισύφειο» σχεδιαστικό σχήμα:

  • · Οι Ευρωπαϊκές πολιτικές, παρόλες τις καθοριστικές επιπτώσεις στο χώρο -Διαρθρωτική, Μεταφορών, ΚΑΠ, Ενέργειας, Πολιτισμική, Περιβάλλοντος- ουσιαστικά δεν «άγγιξαν» τον χωρικό σχεδιασμό, για να ληφθούν υπόψη σε κάποιες μόνον πτυχές και όχι πάντα, όπως η περιβαλλοντική, στο πνεύμα της αειφορίας. δίχως, ως όφειλε, να τις ενσωματώσει, με άξονα μία Εθνική Χωροταξική Πολιτική.
  • · Οι βαθμίδες σχεδιασμού, με κρίσιμους παραμέτρους μη ποσοτικοποιημένους και τα Περιφερειακά Σχέδια, ενίοτε μετέωρα με ρόλο προς αναζήτηση, δεν διασφαλίζουν την απαραίτητη ευελιξία στο πεδίο του τοπικού προγραμματισμού και εφαρμογής.
  • · Η προώθηση ως ενιαίας τυπολογίας της «Συμπαγούς Πόλης» ως γενικευμένου αντίδοτου, στην αναγκαία άρση της παθογένειας των περιαστικών οικιστικών «κηλίδων» και ημιαστικών μορφωμάτων «extramuros». Σημειώνεται, ότι ο όρος ανάγεται στον 19ο αιώνα για να χαρακτηρίσει ευρωπαϊκές μητροπόλεις, ενιαίας τυπολογίας. Η Ευρωπαϊκή Πόλη, έκτοτε, αναπτύχθηκε βάση προτύπων αποσυγκέντρωσης, σε αντιδιαστολή με αυτή τη λογικήτης «compactcity»: GardenCities (BritishNewTownPolicy/ VillesNouvelles), γραμμική (Ciudadlineal), εκτεταμένες (PlanoCerda, Barcelona), ή καθ΄ύψος, για να αναφερθούν οι χαρακτηριστικότερες.

Η συνεκτικότητα του αστικού κέντρου/ της μητρόπολης/ της ευρύτερης μητροπολιτικής περιοχής, συνεχίζει να αποτελεί κεντρικό ζητούμενο για μία πολεοδομική διάταξη – και όχι o εγκλωβισμός τους σ’ έναν μόνο «τύπο» πολεοδομικής άρθρωσης.

  • · Οι αειφόρες μετακινήσεις, προτεραιότητα της ΕΕ πλέον της εικοσαετίας, αγνοήθηκαν συστηματικά στα Χωρικά σχέδια, για να καταλήξουν σήμερα με τα Σχέδια Βιώσιμης Αστικής Κινητικότητας (ΣΒΑΚ), σε ουσιαστικά παράλληλα με αυτά σχεδιαστικά εργαλεία.

Το μάθημα της εμπειρίας, ως σχεδιαστικός οδηγός

Η εγχώρια και διεθνής εμπειρία, κατέδειξε επαρκώς ότι:

Η αστική δυναμική, δεν συγκρατείται, ούτε αναχαιτίζεται με αφορισμούς και –διάτρητες στην πράξη- γενικευμένες απαγορεύσεις. παρά μόνον διοχετεύεται σε στόχους αστικής βιωσιμότητας, με παράλληλη υλοποίηση μιας χωροταξικής πολιτικής σε εθνικό επίπεδο, που παρεμβαίνει στα αίτια της αστικοποίησης. Σε συνάρθρωση με καινοτόμους στόχους αστικής ανανέωσης του υφιστάμενου δομημένου περιβάλλοντος

Αυτή είναι μία κύρια πρόκληση και στόχος της πολεοδομίας.

Διαφορετικά εκτρέπεται ή προσανατολίζεται σε περιοχές, έντονης ιδίως και με διάρκεια ζήτησης α’ και β’ κατοικίας, αποτελώντας μήτρα των εξωαστικών κυρίως άμορφων «κηλίδων» και της «τακτοποιημένης» δόμησης.

Τα ανωτέρω, αποτελούν επισημάνσεις, ευρύτερης της απλής διαπίστωσης: Ενέχουν για τη διεθνή πραγματικότητα, με διαφορετικές εκφάνσεις (κτιριακού ύψους, πυκνοτήτων, εκτατικότητος «abusivismo»), χαρακτήρα αξιωματικής ισχύος.

Από τα θετικά της έως πρόσφατης εμπειρίας, θα μπορούσαν να αναφερθούν (η/οι):

  • · Ανοικτή πρόσβαση για όλους στις παραλίες.
  • · Διατήρηση των σχετικά χαμηλών συντελεστών δόμησης και του ύψους των κτιρίων. Οι δείκτες πληθυσμού/ έκτασης, συνηγορούν γι΄αυτό, δίνοντας σαφές ανταγωνιστικό πλεονέκτημα στη χώρα, έναντι άλλων, ιδίως στους τομείς του ελευθέρου χρόνου και αναψυχής.
  • · Δυνατότητα δόμησης εκτεταμένα «extramuros», η οποία οφείλει να συνεχιστεί -με προϋποθέσεις και αυστηρές δεσμεύσεις περιβαλλοντικού χαρακτήρα- σε περιοχές όπου η φέρουσα ικανότητα, το τοπίο και η γεωμορφολογία το επιτρέπουν. Η προσέγγιση της «Οικιστικής» του Κ.Α. Δοξιάδη ως προς τις επεκτάσεις, 50 και πλέον χρόνια από τη διατύπωση της, επιβεβαιώνεται από τις αστικές εξελίξεις.

Η Πολιτεία προάγει τις αξίες της αστικότητας, δεν εκμαυλίζει.

Τα παραπάνω, δεν αναιρούν ασφαλώς το (ευρύ) σχεδιαστικό προϊόν, μιας εργώδους πολυετούς προσπάθειας, πλειάδας εμπλεκομένων-σε συνθήκες άνυδρες.

Αντίθετα, για να αξιοποιηθεί -με τις όποιες επικαιροποιήσεις ή προσαρμογές- και να φθάσει στη δυσδιάκριτη σήμερα Ιθάκη της Εφαρμογής, σε χρόνους ορατούς και ουδόλως παρωχημένο και να ενεργοποιηθεί, με δημιουργική στόχευση, ένα σημαντικό ανθρώπινο δυναμικό, απαιτείται η exnovo θεμελίωση, των δομών του πολεοδομικού σχεδιασμού.

Το «2004» απέδειξε –παρόλες τις ενστάσεις ακόμη και σε σημαντικές πτυχές του εγχειρήματος- ότι η Ελληνική Πόλη μπορεί να αναβαθμιστεί, εφόσον συντρέχουν βασικές προϋποθέσεις: επιμονή και επικέντρωση σε σαφή στόχο, εδραία πολιτική βούληση, διοικητική δομή που εμπνέεται, σχεδιαστικό όραμα, ευρύτερο κοινωνικό consensus και συμμετοχή των ενεργών πολιτών- αρκεί να πεισθούν για τις προθέσεις. Η διαρθρωτική πολιτική της ΕΕ, ο ιδιωτικός τομέας και οι τεχνικές αυτοχρηματοδοτήσεων και συμπράξεων ιδιωτικού/ δημοσίου, μπορούν σε ένα βαθμό, να αντισταθμίσουν τους τρέχοντες και προβλεπόμενους στο άμεσο μέλλον δημοσιονομικούς περιορισμούς του δημοσίου.

Αυτό προϋποθέτει την ανάληψη του προσήκοντος ρόλου από πλευράς Πολιτείας, που έχει τη δύναμη της πρωτοβουλίας, ως εγγυητή των αρχών της βιωσιμότητας, σύστοιχων αυτές τις ΕΕ και όχι εκμαυλιστή, με το ένδυμα -ή ακριβέστερα με το «φύλλο συκής»- μιας «γκρίζας» πραγματικότητας, που η ίδια εκτρέφει.

Ανάγκη αναθεμελίωσης, σε περιβάλλον οικουμενοποίησης

Δεν είναι μόνον η αδήριτη ανάγκη αποκατάστασης των παραλείψεων και της άρσης των χρόνιων παθογενειών που ταλανίζουν την πολεοδομία και την οδηγούν στον εκμαυλισμό των «τακτοποιήσεων», ως βασική και αμετακίνητη «λογική», που επιβάλλουν την αναθεμελίωσή της.

Σε ένα απόλυτο διεθνοποιημένο αναπτυξιακό τοπίο –με σεισμικές εξελίξεις στους τομείς των μέσων μεταφορών, Ε&Τ&Α εφαρμογών και την εισαγωγή της Τεχνικής Νοημοσύνης σε όλα τα πεδία της καθημερινότητας, τις σαφείς προεκτάσεις στο χώρο και τη μελλοντική του δομή και η παγίωση οικουμενοποιημένων πρακτικών όπως Airbnb, Uber, e-scooter, αλλά και οι αυξανόμενες τάσεις υπερτουρισμού σε ήδη βεβαρημένες περιοχές, αποτελούν επιπρόσθετους λόγους:

Τα κρίσιμα αυτά δεδομένα και οι παράμετροι που καθορίζουν μία μελλοντική πολεοδομική συνάθροιση, αλλάζουν δραματικά, ο δε σχεδιασμός οφείλει να τις προκαταλάβει.

Χωροταξική Πολιτική vs παρωχημένων Πλαισίων.

Θα πρέπει να καταστεί σαφές ότι η αναπτυξιακή πορεία της χώρας, συναρτάται άμεσα από την χάραξη και εγκαθίδρυση μίας Χωροταξικής Πολιτικής –μιας ρήξης με το παρελθόν- και αναθεμελίωσης του όλου συστήματος, ερείσματα για διάλογο δίνονται στη συνέχεια:

  • · Οι επιμέρους αναπτυξιακές στοχεύσεις, θα πρέπει να είναι σε συστοιχία με τις ενθυλακωμένες (πλέον) στο Εθνικό Σχέδιο, τομεακές ευρωπαϊκές πολιτικές, για τη διαμόρφωση των οποίων, η χώρα συμμετέχει ισότιμα, στους κόλπους των κοινοτικών οργάνων.
  • · Είναι αναγκαίες συνταγματικές ρυθμίσεις που θα επιτρέψουν στις τρεις βαθμίδες σχεδιασμού/ προγραμματισμού –επικράτεια, περιφέρεια, ΟΤΑ- ώστε να γίνουν κύριοι των επιλογών τους,σύστοιχες με την αρχή της επικουρικότητας (ΕΕ), σύμφωνα με την οποία, καμία αρμοδιότητα δεν δίνεται σε ανώτερο επίπεδο, εφόσον μπορεί να ασκηθεί αποτελεσματικότερα σε χαμηλότερο. Το ηθικό όνειδος των «νομιμοποιήσεων» ως πάγια διαδικασία, καταδεικνύει σαφέστατα, ότι δεν προστατεύεται η βιωσιμότητα του χώρου, κεντρικά.
  • · Το περιβάλλον αποτελεί σύμμαχο της αειφόρου ανάπτυξης, όχι άλλοθι ανασυγχρονισμών: ύψη, πυκνότητες, συντελεστές, μορφές κινητικότητας, ενεργειακό αποτύπωμα, θωράκιση από τις απρόβλεπτες επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής, είναι τα εργαλεία.
  • · Η εκτατικότητα της (νέας) αστικής μορφολογία, θα πρέπει να ιδωθεί υπό το πρίσμα της «συνεκτικότητας» της πολεοδομικής άρθρωσης», που αποτελεί το ζητούμενο μιας νέας «αστικής ποιότητας» και ουδόλως επινοήσεις και ιδεολογήματα, άλλων εποχών.
  • · Επιμέρους ζητήματα (ιδιωτικές πολεοδομήσεις, Τεχνολογικές Δομές, Επιχειρηματικά Πάρκα) χωρίς να αποδεσμευτούν από τις επιταγές του Τοπικού Σχεδιασμού, καθίστανται πιο ευέλικτα. Είναι η συμβατότητα των επιμέρους επιλογών το κλειδί της λύσης, όχι η ενσωμάτωση της μιας στην άλλη. Στην ίδια λογική θα πρέπει να ενταχθούν οι χώροι υποδοχής Μεταφοράς Συντελεστή Δόμησης, προαπαιτούμενο για κάθε σχετική ρύθμιση.
  • · Η ανασύσταση της «Ιστορικής Αστικής Μνήμης», αποτελεί καθήκον και πεμπτουσία της Πολεοδομίας. Η «ύφανση» διαρρηγμένων ή κατακερματισμένων τεκμηρίων/ ιζημάτων/ ιστών αλλοτινών εποχών, ακόμη και μακρινών –θα μπορούσε να αποτελέσει αφετηρία χωρικής επανοργάνωσης και ανατροπής του αδιάφορου της σύγχρονης πόλης- αναδεικνύοντας την «χαμένη» ταυτότητα του σημερινού Urbis:

Η εξυγίανση της ευρύτερης περιοχής της Ακαδημίας του Πλάτωνα και η σύνδεση της με το Λύκειο του Αριστοτέλη, ως συνέχεια των παρεμβάσεών της «Ενοποίησης των Αρχαιολογικών Χώρων Αθήνας» (Τσέτσης1992, 1995, 2013, 2018) και η ενοποίηση των Αρχαιολογικών και Ιστορικών χώρων της πόλης της Ρόδου (Τσέτσης 2009) -σχέδια απολύτως εφικτά και επιβεβλημένα-συνιστούν παρεμβάσεις, που θα αλλάξουν τα αστικά τους συγκροτήματα. αποτελώντας παράλληλα ένα νέο «υπόδειγμα» για τις ελληνικές πόλεις.

  • · Η δραστική σύντμηση των διαδικασιών σχεδιασμού/ εφαρμογής, θα επιτευχθεί όχι μόνον με θεσμοθετημένες «παραινέσεις», αλλά με ειδικές επεμβάσεις, όπως την προγραμματική ενσωμάτωση των επιμέρους υποχρεώσεων σε ένα μόνον, Ενιαίο Σχεδιαστικό Εργαλείο, με έναν υπεύθυνο (μελέτες περιβαλλοντικές, γεωλογικές, βιώσιμη κινητικότητα, χρηματοδοτήσεις).
  • · Τόσο οι (επόμενες) συνταγματικές ρυθμίσεις, όσο και το θεσμικό πλαίσιο –η συστοιχία των οποίων συνιστά «conditionsinequa non»- δεν θα πρέπει να αφήνουν περιθώρια ex post ερμηνειών, που δύνανται να ανατρέψουν την πολεοδομική πολιτική και ήδη δρομολογημένες σχεδιαστικές διαδικασίες.

Η πολεοδομική πολιτική ως «τέχνη του εφικτού».

Η πολεοδομική πολιτική, ως πολιτική, παραμένει η «τέχνη του εφικτού». Το μέτρο του εφικτού ωστόσο, το δίνει η διορατικότητα αυτών που λαμβάνουν αποφάσεις -εμπνεόμενοι, με γόνιμο διάλογο ή υπό το κράτος της βούλησης των ενεργών πολιτών – και ουδόλως οι «τακτοποιήσεις». που δεν είναι παρά τα «υποπροϊόντα» μιας προδιαγεγραμμένης υποβάθμισης.

Η αλλαγή σελίδας, είναι μονόδρομος.

Παραμένει ασφαλώς το κρίσιμο και κεντρικό ερώτημα, πολιτικο-διοικητικής φύσεως: θα ισχύσει η ομηρική ρήση «ο τρώσσας και ιάσεται», δηλ. οι φέροντες την ευθύνη της δυσλειτουργίας, αυτοί θα εξυγιάνουν το σύστημα;

Το «δράμα» της πολεοδομίας στην Ελλάδα, όπως κάθε δράμα, ενέχει την «κάθαρσιν». και απουσία αυτής, δεδομένης της μη προσβλεψιμότητος του Deusexunachina, το «Δεινόν» -η (ζοφερή) πραγματικότητα- θα παραμείνει.

Η απάντηση είναι προδήλως πολιτική.το δε αποτύπωμα,μεσοχρόνια θα καταστεί ανάγλυφο.με την αστική ιστορία να το καταγράφει. όπως πάντοτε.

Ο Σταύρος Χρ. Τσέτσης είναι πολεοδόμος

 

Η ανθρωπότητα χρειάστηκε πολλούς αιώνες μέχρι, στον δυτικό τουλάχιστον κόσμο, να επιστρέψει στην έμφυτη απλότητα, τον εξαγνιστικό ορθολογισμό και το πηγαίο αίσθημα δικαίου που εξ ορισμού χαρακτήριζαν την αντιπροσωπευτική δημοκρατία της αρχαίας Αθήνας.

Το μέγιστο αυτό πολιτικό, αλλά και πολιτιστικό και φιλοσοφικό επίτευγμα των προγόνων μας, πέρασε από χίλια κύματα -και χιλιετείς πολέμους – μέχρι να φτάσει να μπολιάσει ξανά τον ευρωπαϊκό και, στη συνέχεια, τον υπερατλαντικό τρόπο σκέψης και πολιτικής θεώρησης των πραγμάτων. Και να γίνει το βέλτιστο, θεσμικά, σύστημα διακυβέρνησης. Ό,τι ονομάζουμε “φιλελεύθερη δημοκρατία”.

Ένα σύστημα κοινών αξιακών παραδοχών που βασίζεται στο κράτος δικαίου και το σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και εξισορροπεί στο μεγαλύτερο δυνατό βαθμό τις ανάγκες της κοινωνίας, αλλά και τις -διαρκώς αυξημένες στους καιρούς μας- ανάγκες αντιμετώπισης σοβαρών κρίσεων και μεγάλων προκλήσεων. Που, μάλιστα, διαδραματίζονται σ’ ένα ασταθές πλανητικό γεωπολιτικό περιβάλλον, με παγκοσμιοποιημένη οικονομία και εντός ενός ευρέος πλέγματος διεθνών σχέσεων που επίσης, με τη σειρά τους, απαιτούν, εκ των πραγμάτων, λεπτούς χειρισμούς και αναγκαίους συμβιβασμούς.

Στις μέρες μας, έτσι, η μεγαλύτερη δύναμη της φιλελεύθερης δημοκρατίας, το γεγονός ότι είναι ένα σύστημα εκ φύσεως εξισορροπητικό, ειρηνικής και θεσμικής διευθέτησης αντιφάσεων και σύνθεσης αντιθέτων, μπορεί να γίνει και ο μεγαλύτερος εχθρός της. Διότι, απέναντι σε οιουδήποτε είδους κρίσεις, είναι αναγκαστικά “αργό” σε σχέση με καθεστώτα αυταρχικά ή τύποις μόνον δημοκρατικά, που στην ουσία τους αποτελούν “ενός ανδρός αρχή”.

Στη φιλελεύθερη δημοκρατία, λύσεις τύπου “Γόρδιου δεσμού” δε μπορεί να υπάρχουν, διότι οι βασικές αξίες του σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και του κράτους δικαίου είναι -πρέπει να είναι – απαράβατες. Είτε, λοιπόν, η πίεση για αναγκαίες αλλαγές και δράσεις έρχεται από την κοινωνία, είτε, όπως συχνά συμβαίνει, έρχεται από τον νομοθέτη, που βλέπει πιο πέρα από τις παγιωμένες αντιλήψεις και θέλει να πάει εκείνος μπροστά την κοινωνία, η δυναμική μιας φιλελεύθερης δημοκρατίας δεν μπορεί ποτέ να εκφραστεί σε “μηδενικό” χρόνο. Χρειάζεται διάλογος -λιγότερο ή περισσότερο έντονος δεν είναι αυτό το κρίσιμο σημείο – χρειάζεται περίοδος προσαρμογής, χρειάζεται συναίνεση.

Η αναγκαστική “βραδυπορεία” της Φιλελεύθερης Δημοκρατίας

Π.χ. στην εποχή μας, η απαίτηση για μόνιμης φύσεως μέτρα που θα ανακουφίσουν την πλειονότητα των πολιτών από την ενεργειακή ακρίβεια και τον πληθωρισμό, είναι, αυτονόητα, μια απαίτηση που οποιαδήποτε κυβέρνηση θα ήθελε, εάν μπορούσε, να ικανοποιήσει άμεσα. Όμως κάτι τέτοιο δεν είναι εφικτό -στο πλαίσιο και των διεθνών συνεργασιών της χώρας – να γίνει χωρίς πρώτα, π.χ. να κοστολογηθεί εμβριθώς και να χρηματοδοτηθεί λελογισμένα και εντός συγκεκριμένα αποδεκτών παραμέτρων. Και αυτό είναι το λιγότερο.

Το Οικογενειακό Δίκαιο του Γεωργίου Κουμάντου, ως ένα άλλο μείζον μεταπολιτευτικό παράδειγμα -όπως, άλλωστε, τέτοιο συνιστά σήμερα και ο Ψηφιακός Μετασχηματισμός της χώρας- ήταν και είναι τομές πολύ μπροστά από την πραγματικότητα που μεγάλο μέρος της κοινωνίας βιώνει ως δέουσα και (την προτιμά, έτσι) αδιασάλευτη.

Όμως, όπως πριν από 40 χρόνια, νομοθετικά, η μοιχεία, λόγου χάριν, έπρεπε να πάψει να είναι αυτόφωρο ποινικό αδίκημα και η “προίκα” όφειλε να χάσει το νομικό της έρεισμα, όποιες κι αν ήταν οι τότε αγκυλώσεις και αντιρρήσεις, έτσι και σήμερα, το γεγονός ότι μέρος του ηλικιωμένου πληθυσμού της χώρας δεν έχει ψηφιακές δεξιότητες, δε μπορεί να αποτελέσει τροχοπέδη για το σύνολο των πολιτών, ειδικά δε των νεώτερων, προκειμένου να απολαύσει λιγότερη γραφειοκρατία, ταλαιπωρία, έξοδα, χαμένο χρόνο...

Σε αυταρχικά καθεστώτα τέτοιου είδους αλλαγές μπορεί να γίνουν -και να ισχύσουν νομικά – σε χρόνο dt (παρότι και εκεί η ουσιαστική κοινωνική αποδοχή τους μπορεί να πάρει χρόνια, άσχετα αν δε φαίνεται, επειδή επιβάλλονται δια της βίας με τον ένα ή τον άλλο τρόπο).

Σε φιλελεύθερες δημοκρατίες, ωστόσο, τέτοιες δραστικές αλλαγές δε μπορεί να ισχύσουν παραχρήμα. Σ’ αυτές, οι -νέοι – θεσμοί και κανόνες, πρέπει να πάρουν το χρόνο τους μέχρι να γίνουν κοινωνικά πάγια και, αντιστοίχως, αποδεκτοί και δικαιωμένοι εκ των πραγμάτων αυτοματισμοί.

Υπό αυτή την έννοια, στον “online” κόσμο μας, που κινείται μεταξύ θαυμασμού για “δυναμικούς” υπερ-ηγέτες και απαξίωσης των θεσμών της φιλελεύθερης δημοκρατίας ως “αναβλητικού, απελπιστικά αργού και αναποτελεσματικού τρόπου διακυβέρνησης”, είναι αναπόφευκτο παρεπόμενο να γοητεύει κάποιο αξιόλογο ποσοστό πλήθους η προσφυγή σε τέτοιου είδους “άμεσης επέμβασης” σχήματα.

Η μεγαλύτερη δύναμή της είναι και η εγγενής αδυναμία της

Αν σήμερα, λοιπόν, η φιλελεύθερη δημοκρατία αντιμετωπίζει κάποια απειλή, αυτή εδράζεται, πρακτικώς, στο ίδιο της το γονιδίωμα. Ίσως να είναι και αυτο-ανατροφοδοτούμενη, μάλιστα, υπό την έννοια ότι ενώ κύριος απώτερος στόχος της είναι ο ασφαλής, άρα και “ξέγνοιαστος” (οικονομικά και με κάθε άλλη έννοια) πολίτης, η συνέχιση της δικής της ύπαρξης είναι διαρκώς υπό απειλή. Και συνεπώς απαιτεί συνεχώς πολίτες όχι αδιάφορους, αλλά ενημερωμένους, σε εγρήγορση και με πολιτική συνείδηση και δράση ιστορικά και λογικά τεκμηριωμένες.

Στην εποχή μας, των fake news, της υπερβολικής ροής πληροφορίας και των πολλαπλών κρίσεων, ο “εφησυχασμένος” πολίτης είναι, έτσι, εύκολο να αγνοήσει -έστω μέχρι την επομένη της κάλπης, όταν, όμως, είναι αργά... - το γεγονός ότι η φιλελεύθερη δημοκρατία συνιστά μια πελώρια κατάκτηση του ανθρώπινου πνεύματος που, όμως, είναι εύθραυστη, όσο ακριβώς και πολύτιμη.

Είναι εύκολο να παρασυρθεί και να μη σκεφτεί πόσο ακριβώς σημαντική είναι -μέχρι να τη χάσει, οπότε πάλι θα είναι αργά.

Το μέλλον, λοιπόν της φιλελεύθερης δημοκρατίας, μπορεί να είναι φωτεινό μόνον εάν κάνει χρήση προς όφελός της, όλων όσα σήμερα στρέφονται, εκ του πονηρού ή από αφέλεια, εναντίον της! Την τεχνολογία, τη μαζική επικοινωνία, το συλλογικό ψηφιακό γίγνεσθαι...

Η μάχη κατά της παραπληροφόρησης, η ευρύτερη δυνατή συμμετοχικότητα -που επιτρέπει, πλέον, η τεχνολογία – η ενδυνάμωση του πολίτη, η αυξημένη λογοδοσία, η διαφάνεια, ο ειλικρινής, έντιμος, ισότιμος και ανοιχτός διάλογος για όλα τα απτά προβλήματα της κοινωνίας, δεν είναι πια, στις μέρες μας, αφηρημένες έννοιες και ευκταία ζητούμενα. Είναι απολύτως απαραίτητες προϋποθέσεις για να επιβιώσει και να ανθίσει ακόμη περισσότερο το πλέον ορθό -και εδραιωμένο επιστημονικά, ως προς αυτό - σύστημα διακυβέρνησης που μας έχει παραδώσει η Ιστορία.

Η εξίσωση δεν είναι απλή, ούτε εύκολα επιλύσιμη. Καλώς ή κακώς, ωστόσο, τις παραμέτρους της, τις θέτει η σκληρή πραγματικότητα και είναι αδιαμφισβήτητες, όχι προϊόντα μιας πολιτικής άσκησης επί χάρτου, ή κάποιοι θεωρητικοί προβληματισμοί εμπνευσμένων διανοητών.

Η φιλελεύθερη δημοκρατία, για να το θέσουμε αλλιώς, τελεί συνεχώς -και a priori - υπό κίνδυνο. Αλλά ποτέ άλλοτε δεν αντιμετώπιζε, όπως στην εποχή μας, τόσες ασύμμετρες απειλές.

Μια Ευρώπη που ζει έναν σκληρό, επεκτατικό πόλεμο στο έδαφός της μετά από σχεδόν 80 χρόνια, αλλά και μια Ελλάδα που, εντός Ευρώπης, έχει να αντιμετωπίσει κι έναν γείτονα επικίνδυνα ασταθή, δεν έχουν την πολυτέλεια να αγνοήσουν το κάλεσμα των καιρών ούτε για μια ακόμη ημέρα.

Απαιτούνται γενναίες τομές και αλλαγή παραδείγματος

Το αύριο, έτσι, της φιλελεύθερης δημοκρατίας έρχεται ως υπαρκτό και εφαρμοστέο στην πράξη, μόνον μέσα από μια σειρά γενναίων αποφάσεων και τομών που:

1ον: Θα εδραιώσουν εκ νέου και σε βάθος την αξία και τη σημασία της αποδεικνύοντας στην καθημερινότητα ότι, σε επίπεδο Ε.Ε. τουλάχιστον, μπορεί να αποτελέσει το εχέγγυο για την κοινωνική ομαλότητα, την οικονομική ευημερία και την ασφάλεια (ενεργειακή και κάθε άλλου είδους) των πολιτών της.

2ον: Θα δικαιώσουν στην πράξη τις θεμελιακές αρχές της ως ζωντανές, εξελισσόμενες και βέλτιστες κατευθυντήριες γραμμές διακυβέρνησης (διεύρυνση της ουσιαστικής συμμετοχής των πολιτών στη λήψη αποφάσεων και τη χάραξη πολιτικών, αυξημένος ρόλος της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, ενισχυμένη διαφάνεια και λογοδοσία κ.λπ.)

3ον: Θα αποκαταστήσουν την εμπιστοσύνη στη θεσμική, αλλά και πολιτιστική, φιλοσοφική και ηθική ανωτερότητα του αξιακού της συνστήματος σε σχέση με κάθε άλλη μορφή άσκησης εξουσίας -κυρίως δε σε όσες είναι προσωποκεντρικές και λαϊκιστικά απολυταρχικές.

Ώρα να ξυπνήσει ο “κοιμώμενος γίγαντας”...
Το θεωρητικό-επιστημονικό υπόβαθρο, το οπλοστάσιο -εν πολλοίς τεχνολογικό –δράσεων, αλλά και η τεχνογνωσία για το πώς μπορούν να υλοποιηθούν τα πιο πάνω -υπάρχουν ήδη. Το πρόβλημα είναι η μάλλον μυωπική άρνηση πλείστων όσων θεσμικών παραγόντων, κυρίως μεταξύ της γραφειοκρατίας των Βρυξελλών, να αποδεχθούν αρχικά ότι η φιλελεύθερη δημοκρατία είναι εγγενώς ευάλωτη και επομένως χρήζει αυτοπροστασίας. Αλλά και να αποδεχθούν την χρήση της τεχνογνωσίας αυτής προς την κατεύθυνση μιας πιο άμεσης δημοκρατίας.

Και σε δεύτερο επίπεδο, εξίσου μεγάλο εμπόδιο συνιστά η προσκόλληση διαφόρων εθνικών κυβερνήσεων σε παρωχημένα πρότυπα διαχείρισης εξουσίας.
Πρότυπα που δε συνάδουν με την τεράστια, στις μέρες μας, επιρροή των κοινωνικών δικτύων, αλλά ούτε με τις αναδυόμενες κρίσεις ενός κόσμου σε οικονομική αλληλεξάρτηση, όπως, όμως και διαρκή αναταραχή.

Κι έτσι, παρότι πχ. η κλιματική αλλαγή ή ο πρωτοφανής στα χρόνια της Ε.Ε. πληθωρισμός πιέζουν όσο ποτέ για αλλαγή παραδείγματος διακυβέρνησης, ούτε καν τα τραγικά διδάγματα της πανδημίας έχουν βρει, ακόμη και σήμερα, ουσιαστική πολιτική έκφραση -σε επίπεδο απαραίτητης αλληλεγγύης, αυτάρκειας σε πρώτες ύλες, αδιατάρακτη εφοδιαστική αλυσίδα, αναθεώρηση του όρου “δημόσια αγαθά” και, κυρίως, αυξημένη διεθνή εποπτεία στον τομέα της εξασφάλισής τους για όλη την κοινωνία.

Είναι, λοιπόν, ώρα για πρωτοβουλίες και αλλαγές ανάλογες με τις επιταγές των καιρών. “Θέσφατα” όπως, π.χ., η πλήρης εναπόθεση της άμυνας της Ε.Ε. στον υπερατλαντικό μας σύμμαχο ή η “ιεροποίηση” των “αγορών” και η πίστη στη θέληση ή και την ικανότητά τους να “αυτορρυθμίζονται”, οφείλουν να αναθεωρηθούν. Ο βηματισμός της Ευρώπης πρέπει πλέον να γίνει πράγματι κοινός και αυτός ο “κοιμώμενος γίγαντας” να χαράξει, επιτέλους, μια πορεία που στο επίκεντρό της θα είναι, πρωτίστως, η πρόοδος, η ασφάλεια και η ευημερία ενός καθενός πολίτη της. Δηλαδή... η φιλελεύθερη δημοκρατία στην πράξη, με δυναμισμό, αυτοπεποίθηση και κανέναν απολύτως αστερίσκο!

 

Ο Μιχάλης Α. Αγγελόπουλος είναι:
Πρόεδρος Επιστημονικού Συμβουλίου του Ινστιτούτου Τοπικής Αυτοδιοίκησης (ΚΕΔΕ)

Πρόεδρος Ευρωπαϊκής Κίνησης Ελλάδας

Ταυτότητα

ΙΤΑ
Διοικητικό Συμβούλιο
Επιστημονικό Συμβούλιο
Αγκαιότητα
Πρόγραμμα Δράσης

Μελέτες ΙΤΑ

Προγράμματα

Νέα

 

Δημοσιότητα

 

 

Βιβλιοθήκη

Σύνδεσμοι

Επικοινωνία

Newsletter

   

Xάρτης διαδικτυακού τόπου  |  Όροι χρήσης  |  Προσβασιμότητα